Είναι μια μικροαγγειοπάθεια του αμφιβληστροειδούς που σχετίζεται με τα αυξημένα επίπεδα γλυκόζης και οφείλεται σε έναν πολύπλοκο παθοφυσιολογικό μηχανισμό. Η επίπτωσή της είναι περίπου 40% στο σύνολο των διαβητικών ασθενών και αποτελεί τη συχνότερη αιτία μη αναστρέψιμης τύφλωσης στις ηλικίες μεταξύ 20-74 ετών.
Αφορά και τους δύο τύπους σακχαρώδη διαβήτη, αν και είναι συχνότερη στο διαβήτη τύπου 1.
Περίπου 1 στους 10 Έλληνες πάσχουν από διαβήτη και σχεδόν οι μισοί από αυτούς δεν το γνωρίζουν. Δυστυχώς οι περισσότεροι διαβητικοί δεν εξετάζονται συχνά από Οφθαλμίατρο, παρά το ότι θα έπρεπε να υποβάλλονται σε οφθαλμολογική εξέταση τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.
Ο διαβήτης επιταχύνει την εμφάνιση του καταρράκτη, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση γλαυκώματος και προκαλεί μία πολύ σοβαρή πάθηση που καλείται διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια.
Η διάγνωση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας είναι κατά βάση κλινική και γίνεται με τη βυθοσκόπηση κατόπιν μυδρίασης, δηλαδή κατόπιν ενστάλαξης σταγόνων που διαστέλλουν τις κόρες των ματιών. Στη διάγνωση αλλά και στην επιλογή του τρόπου θεραπείας συμβάλλουν ουσιαστικά η φλουοροαγγειογραφία και η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT). Ρόλο επικουρικό στην παρακολούθηση έχει και η OCT αγγειογραφία (OCTA).
Υπάρχουν πλέον πολλά θεραπευτικά όπλα στη φαρέτρα των οφθαλμιάτρων για την αντιμετώπιση της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας. Οι θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν:
- Φωτοπηξία με laser
- Ενδοϋαλοειδικές ενέσεις αντιαγγειογενετικών (antiVEGF) παραγόντων
- Ενδοϋαλοειδικές ενέσεις κορτικοστεροειδών
- Χειρουργική θεραπεία (υαλοειδεκτομή με ή χωρίς εφαρμογή endolaser)
Εκ των ων ουκ άνευ για μια αποτελεσματική θεραπεία θεωρείται η καλή ρύθμιση του σακχάρου, ο αυστηρός έλεγχος της αρτηριακής πίεσης, τα χαμηλά επίπεδα λιπιδίων και η διακοπή του καπνίσματος.